Ένας μεσόκοπος κύριος με ευγενικό παρουσιαστικό χτυπάει την πόρτα του
μητροπολίτη. Ανοίγει ο ηλικιωμένος υπηρέτης.
-Καλημέρα σας! Εδώ μένει ο σεβασμιότατος;
-Μάλιστα! Πώς μπορώ να σας εξυπηρετήσω;
-Ήρθα να τον επισκεφτώ! Είμασταν συμμαθητές στο σχολείο και στενοί
φίλοι, ξέρετε. Αυτός διάλεξε το δρόμο του κλήρου, εγώ έγινα καθηγητής
στο πανεπιστήμιο!
-Μμμ, ξέρετε όμως, είναι μεσημέρι και ο σεβασμιότατος έχει ξαπλώσει.
Θέλετε να περάσετε το απόγευμα;
-Α, ναι. Βεβαίως! Μετά τη συντροφιά του ...Μορφέα που τώρα βρίσκεται
στην αγκαλιά του, ελπίζω να χαρεί και με τη δική μου, που έχουμε τόσα
χρόνια να ειδωθούμε!
Ο άλλος ξύνει το κεφάλι του. Προφανώς δεν είχε ιδέα τι θα πει "στην
αγκαλιά του Μορφέα".
-Μορφέα; Ποιου Μορφέα;
-Ελάτε, ένα αστειάκι ήταν. Ο Μορφέας ξέρετε ήταν...
-Κοιτάξτε, θα σας παρακαλέσω να μείνει μεταξύ μας. Καταλαβαίνετε, η
πόλη μας είναι λίγο μικρή και οι άνθρωποι γνωρίζονται...
Καταλαβαίνετε...
-Παρντόν; Ομολογώ ότι δε σας καταλαβαίνω...
-Πάντως...
.
.
.
.
.
.
-ο νεαρός λέγεται Βαγγέλης, όχι Μορφέας! Εκεί μάλλον λάθος σας πληροφόρησαν...